Ο οδηγός που προκαλεί θανατηφόρο τροχαίο και τραυματισμούς, επειδή οδηγούσε υπό την επήρεια οινοπνεύματος (ή τοξικών ουσιών) πληρώνει τελικά ο ίδιος (και όχι η ασφαλιστική εταιρεία) τις αποζημιώσεις για ψυχική οδύνη, ακόμα και αν το ποσοστό αλκοόλ είναι ακριβώς πάνω στο όριο (0,50 γραμμάρια ανά λίτρο αίματος ή 0,25 χιλιοστά του γραμμαρίου ανά λίτρο εκπνεόμενου αέρα), ενώ «κουτσουρεμένη» αποζημίωση δικαιούνται να εισπράξουν οι συγγενείς συνεπιβάτη που σκοτώθηκε στο τροχαίο, γιατί μπήκε στο μοιραίο ΙΧ μολονότι γνώριζε ότι ο οδηγός είχε πιει.
Η απόφαση
Ο Αρειος Πάγος με βαρυσήμαντη τολμηρή απόφαση «καίει» όσους οδηγούν υπό την επίδραση αλκοόλ και τοξικών ουσιών, αλλά και όσους δέχονται να είναι συνεπιβάτες ενός οδηγού ξέροντας ότι έχει πιει (ή έχει πάρει ουσίες), γιατί έτσι αποδέχονται την αυτοδιακινδύνευσή τους και συνεπώς γίνονται συνυπαίτιοι (κατά ένα ποσοστό) για την απώλεια της ζωής ή τον σοβαρό τραυματισμό τους.
Το ανώτατο δικαστήριο ξεκαθάρισε αρχικά ότι όλα «τα σπασμένα» πληρώνει ο οδηγός που πιάνει τιμόνι υπό την επιρροή αλκοόλ, έστω και αν η λήψη αίματος ή το «αλκοτέστ» έδειξε ακριβώς το ποσοστό πάνω από το οποίο ο ΚΟΚ (Κώδικας Οδικής Κυκλοφορίας) θεωρεί ότι υπάρχει κατάσταση μέθης και μειωμένη ικανότητα οδήγησης. Κατά τον ΑΠ, είναι νόμιμος, έγκυρος και δεσμευτικός ο όρος που βάζουν οι ασφαλιστικές εταιρείες για να μην καλύπτουν αποζημιώσεις τέτοιων τροχαίων, σε περίπτωση μέθης ή λήψης τοξικών ουσιών (ναρκωτικών κ.λπ.).
Σύμφωνα με την αρεοπαγιτική απόφαση, η ασφαλιστική εταιρεία δεν απαλλάσσεται από την υποχρέωση να αποζημιώσει αρχικά εκείνη τα ζημιωθέντα τρίτα πρόσωπα, αλλά μπορεί μετά να στραφεί εναντίον του μεθυσμένου οδηγού και να εισπράξει από αυτόν ό,τι υποχρεώθηκε εκείνη να καταβάλει.