Το παιχνίδι της ανανέωσης ασφαλίστρων

0

asfalistraΗ πλειοψηφία των καταναλωτών απλά δε θυμάται πότε λήγει η ασφάλεια του αυτοκινήτου τους. Τα ανεπίσημα στοιχεία της αστυνομίας δείχνουν ότι τουλάχιστον το 50% των ανασφάλιστων οδηγών που εμπλέκονται σε τροχαία ατυχήματα δε γνωρίζουν ότι το συμβόλαιό τους έχει λήξει.

Των Αιμίλιου Μάρκου και Αλέξη Πανταζή

Το 2014, οι Έλληνες οδηγοί δαπάνησαν περίπου € 1,1 δισ. σε ασφάλιστρα αυτοκινήτων, αρκετά λιγότερα από τα € 1,7 δισ. της προ-κρίσης εποχής. Η μέση διάρκεια του ασφαλιστηρίου είναι περίπου 6 μήνες -ο Έλληνας καταναλωτής συνήθως ανανεώνει την ασφάλιση του αυτοκινήτου του δύο φορές το χρόνο- και ενώ ένα 20% παίρνει προσφορές και ψάχνεται πριν  από κάθε ανανέωση, 4 στους 5 παραμένουν στην υπάρχουσα εταιρεία τους και τον ασφαλιστή τους.

Η έρευνά μας δείχνει ότι οι σημερινές πρακτικές ανανέωσης κοστίζουν στον καταναλωτή € 250 εκατ. επιπλέον κάθε χρόνο, καθώς και εν δυνάμει υψηλά πρόστιμα από την αστυνομία. Αυτό αναλογεί σε € 40- 50 επιπλέον κόστος για κάθε συμβόλαιο όταν θα έπρεπε να είναι στο μηδέν.

Οι τωρινές πρακτικές ανανέωσης έχουν συνέπειες και για το κράτος. Όσο αυτό επιλέγει να παρατηρεί με απάθεια το τοπίο ανανέωσης (παρά τις πρόσφατες αλλαγές στο νομικό πλαίσιο), θα συνεχίζει να υφίσταται σημαντικές απώλειες από μη εισπραχθέντες φόρους από τα κενά ασφάλισης των καταναλωτών, δημιουργώντας παράλληλα ένα επιπλέον βάρος για το Επικουρικό Ταμείο για την κάλυψη των ζημιών που έχουν προκληθεί από (σκοπίμως ή μη) ανασφάλιστους οδηγούς.

Το νέο νομοθετικό πλαίσιο που ψηφίστηκε το Μάιο 2014 είναι ένα από τα λίγα καλά που έχουν συμβεί στον κλάδο μας τον τελευταίο καιρό, αφενός επειδή ακυρώνει κάθε παρατυπία – είτε ακυρώνοντας τα ασφαλιστήρια είτε επιβάλλοντας αυστηρά πρόστιμα- και αφετέρου επειδή δημιούργησε  για πρώτη φορά μία κεντρική βάση δεδομένων (το Ελληνικό Κέντρο Πληροφοριών) που παρακολουθεί όλα τα ασφαλισμένα οχήματα σε πραγματικό χρόνο. Στη βάση έχουν  πρόσβαση  οι εταιρίες, οι καταναλωτές και οι  αρχές, συμπεριλαμβανομένης της αστυνομίας. Όλες οι ασφαλιστικές εταιρείες υποχρεώνονται να ενημερώνουν το Κέντρο Πληροφοριών για τους ενεργούς πελάτες τους σε καθημερινή βάση.

Το πιο σημαντικό είναι ότι ίσως για πρώτη φορά ο καταναλωτής καλείται να ανταπεξέλθει σε μία πολύ πραγματική και αυστηρή προθεσμία πληρωμής (ένα φόρο στην ουσία), προθεσμία την οποία, αν επιλέξει να αγνοήσει, θα υποστεί σημαντικές χρηματικές και νομικές συνέπειες. Η ασφάλεια αυτοκινήτου στην Ελλάδα δεν παρέχει πλέον περιόδους χάριτος ή αναβολή και καθυστέρηση πληρωμής  όπως συνηθίζεται σε άλλους τομείς της οικονομίας. Ο νέος νόμος ορίζει ξεκάθαρα ότι στην ασφάλιση αυτοκινήτου, δεν υπάρχει ούτε πίστωση ούτε μια ‘’έλα μωρέ τώρα θα τα βρούμε” νοοτροπία – κακές συνήθειες στις οποίες δυστυχώς συνηθίσαμε και που δεν γίνεται πλέον να μην αντιστραφούν.

Η διαδικασία ανανέωσης ασφαλειών αυτοκινήτου δεν είναι ακόμα τέλεια. Η έρευνά μας δείχνει ότι σε ό,τι αφορά την ανανέωση, υπάρχουν τρία βασικά προβλήματα τα οποία αφορούν όλους τους εμπλεκόμενους: τις ασφαλιστικές εταιρίες, τους διαμεσολαβητές και τον τελικό καταναλωτή.

Έλλειψη ξεκάθαρης επικοινωνίας και έγκαιρη υπενθύμιση από τις ασφαλιστικές εταιρείες 

Η πλειοψηφία των καταναλωτών απλά δε θυμάται πότε λήγει η ασφάλεια του αυτοκινήτου τους. Τα ανεπίσημα στοιχεία της αστυνομίας δείχνουν ότι τουλάχιστον το 50% των ανασφάλιστων οδηγών που εμπλέκονται σε τροχαία ατυχήματα δε γνωρίζουν ότι το συμβόλαιό τους έχει λήξει. Η διαδικασία γύρω από την ανανέωση είναι ίσως πιο περίπλοκη από την ίδια την ασφάλιση γιατί οι καταναλωτές δεν έχουν ούτε επαρκή ενημέρωση ούτε ασφαλιστική συνείδηση με αποτέλεσμα να αποποιούνται συνήθως των ευθυνών τους. Από την άλλη, και οι ασφαλιστικές εταιρίες δυσκολεύονται να αναλάβουν δράση γιατί εξαρτώνται συνήθως από τα δίκτυά τους – στις περισσότερες περιπτώσεις οι ίδιες οι εταιρείες όχι μόνο δεν έχουν απευθείας πρόσβαση στους πελάτες τους, δεν έχουν ούτε τα βασικά στοιχεία επικοινωνίας  τους (τα οποία είναι υπερήφανη ιδιοκτησία των διαμεσολαβητών!).

Επιπλέον, τουλάχιστον 1 στους 3 οδηγούς χάνει απρόθυμα την προθεσμία για την ανανέωση του, αγνοώντας τις συνέπειες. Από αυτούς, η μεγαλύτερη πλειοψηφία εξακολουθεί να πιστεύει ότι το “σύστημα” θα τους φροντίσει – μέσω μίας αναδρομικής καταβολής ή με μια “διόρθωση” της πραγματικής ημερομηνίας έναρξης ασφάλισης, αγνοώντας και πάλι εντελώς την ύπαρξη ενός αυστηρού και άκρως αντικειμενικού Κέντρου Πληροφοριών.

Ο μέσος  Έλληνας δεν κάνει καμία έρευνα αγοράς

Η έλλειψη ασφαλιστικής συνείδησης μας φέρνει στο δεύτερο πρόβλημα: ο έλληνας καταναλωτής δεν ξέρει τι αγοράζει. Δεν κάνει κανενός είδους έρευνας αγοράς και επειδή δεν καταλαβαίνει, δεν μπαίνει ούτε στη διαδικασία να το ερευνήσει ούτε φυσικά να συγκρίνει προϊόντα. Είναι λίγο αφύσικο να ξοδεύουμε τόσο χρόνο αναζητώντας το σωστό τηλέφωνο και την τέλεια καφετιέρα και να αφήνουμε το θέμα της ασφάλισης ανέγγιχτα και αψήφιστα στα χέρια τρίτων – ειδικά όταν οι συγκεκριμένοι τρίτοι αμείβονται από τις ασφαλιστικές.

Επιπλέον, οι καταναλωτές δε δίνουν καμία προσοχή στη διάρκεια των συμβολαίων και σπανίως κοιτάζουν εάν αυτοί ανταποκρίνονται επαρκώς στις οικονομικές τους ανάγκες και στον προγραμματισμό τους. Πολύ συχνά συναντάμε καταναλωτές οι οποίοι σκοπεύουν να πουλήσουν ή να αλλάξουν το αυτοκίνητό τους και θα προτιμούσαν να αγοράσουν ένα συμβόλαιο μικρότερης διάρκειας των 6 μηνών. Η έλλειψη ελαστικότητας από τις εταιρίες οδηγεί σε περιττές αλλαγές, ακυρώσεις, καθυστερήσεις και διοικητικά έξοδα.

Επιμονή σε χρονοβόρες διαδικασίες πληρωμής, με μετρητά και μέσω διαμεσολαβητών 

Η έρευνά μας δείχνει ότι ο μέσος καταναλωτής εξακολουθεί να επιλέγει την πληρωμή με μετρητά και σε “φυσικά” περιβάλλοντα για την ανανέωση του ασφαλίστρου. Αυτό είναι το τρίτο πρόβλημα. Μία διαδικασία που υπό άλλες συνθήκες θα ήταν απλή, εύκολη και άμεση γίνεται πολύπλοκη χωρίς λόγο. Εδώ υπάρχει μια ισχυρή (αρνητική)  επιρροή από άλλους τομείς – οι εταιρείες κινητής τηλεφωνίας αναφέρουν ότι το  90% των πελατών τους επιμένει στην εξόφληση των πάγιων λογαριασμών του μέσω των καταστημάτων.

Η έλλειψη απευθείας πληρωμής σημαίνει ότι οι καταναλωτές χάνουν χρόνο και προθεσμίες και -ίσως  το πιο σημαντικό- δεν μπορούν να είναι ποτέ βέβαιοι ότι τα χρήματα τους θα φτάσουν στην ασφαλιστική εταιρεία εγκαίρως (μέσω των μεσαζόντων τους). Ένα από τα πιο σοβαρά προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι παραδοσιακές ασφαλιστικές εταιρείες είναι αυτό των εισπράξεων από τους μεσίτες τους – πρόβλημα που μπορεί να αποφέρει σημαντικές ζημίες στην εταιρία και να μην καλυφθεί ο καταναλωτής σε στιγμή ανάγκης.

Εκτός από τα 3 βασικά ζητήματα,  ασφαλιστικές εταιρίες, διαμεσολαβητές και καταναλωτές αντιμετωπίζουν και άλλα προβλήματα τα οποία προέρχονται από την κακή δομή της αγοράς, δομή που ευθύνεται εν μέρει και για τη δυσπιστία του καταναλωτή. Πρακτικά, η έλλειψη επικοινωνίας ανάμεσα σε πελάτη και εταιρία σημαίνει ότι  ο πρώτος δε γνωρίζει τυχόν αλλαγές σε προγράμματα και η εταιρία δεν είναι σε θέση να γνωρίζει τυχόν αλλαγές στα δεδομένα και στις ανάγκες του πελάτη της. Εάν υπολογίσει κανείς ότι το 80% των οδηγών ανανεώνει στην ίδια εταιρία, αυτή η έλλειψη επικοινωνίας γίνεται ένα ακριβό παιχνίδι το οποίο κοστίζει τόσο στην εταιρία και το κράτος όσο και στον καταναλωτή.

ΠΗΓΗcapital.gr
Προηγούμενο άρθροΠαρέμβαση Ιερώνυμου για το σύμφωνο
Επόμενο άρθροΠοιες είναι οι πιο δυστυχισμένες ευρωπαϊκές χώρες;
Η εφημερίδα Fx-news, από το 2010 που ξεκίνησε ηλεκτρονικά και από το 2012 και σε έντυπη μηνιαία έκδοση, πρωτοστατεί στην ουσιαστική, αντικειμενική και άμεση ενημέρωση των δημοτών της Νέας Φιλαδέλφειας - Νέας Χαλκηδόνας και όχι μόνο! Επίσημο Μέλος του E-MEDIA: A.M. 12548.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.