Απώλειες διαφορετικών ταχυτήτων θα υποστούν για πολλοστή φορά 840.000 κύριες συντάξεις που εμφανίζουν προσωπικές διαφορές ενώ για να μοιραστεί το βάρος των περικοπών, το «μαχαίρι» θα αγγίξει και τις επικουρικές συντάξεις.
Με βάση τη συμφωνία που έκλεισε τα ξημερώματα το «ταβάνι προστασίας» ορίζεται σε 18% προκειμένου να μην μπουν σε τροχιά ελεύθερης πτώσης οι υψηλές συντάξεις που εμφανίζουν μεγάλες προσωπικές διαφορές έως και 39%. Αυτό σημαίνει ότι η προσωπική διαφορά θα κόβεται τόσο ώστε το συνολικό ποσό της εκάστοτε σύνταξης να μην μειώνεται πάνω από 18%. Αυτό το ποσοστό στις υψηλές συντάξεις μπορεί να αντιστοιχεί σε ορισμένες ακραίες περιπτώσεις σε μείωση έως και 330 ευρώ.
Δεν υπάρχει καμία αναφορά στην προστασία των χαμηλοσυνταξιούχων, άρα αν δεν αλλάξει κάτι η περικοπή της προσωπικής διαφοράς θα αρχίζει από τις πολύ χαμηλές συντάξεις των 486 ευρώ οι οποίες εμφανίζουν προσωπικές διαφορές της τάξης των 45 ευρώ. Στον αντίποδα οι υψηλές συντάξεις (γιατρών, δικηγόρων, ΤΕΒΕ, πανεπιστημιακών) που εμφανίζουν μεγάλες προσωπικές διαφορές θα υποστούν δραματικές μειώσεις.
Σύμφωνα με υψηλόβαθμο στέλεχος του υπουργείου εργασίας οι μεσοσταθμικές μειώσεις στις κύριες συντάξεις θα ανέλθουν στο 9%.
Το βάρος των μειώσεων θα μοιραστεί και στις επικουρικές συντάξεις μειώσεις οι οποίες θα υποστούν εκ νέου περικοπή έως και 18%.
Στη πρώτη γραμμή κινδύνου θα βρεθούν περίπου 100.000 επικουρικές συντάξεις, που είχαν «γλιτώσει» το περασμένο καλοκαίρι.
Για παράδειγμα ένας συνταξιούχος του δημοσίου που λαμβάνει συνολικά 1.050 ευρώ (900 ευρώ κύρια σύνταξη και 150 επικουρική) μετά τον επαναυπολογισμό των συντάξεων εμφανίζει προσωπική διαφορά 180 ευρώ στην κύρια σύνταξη και 28,61 στην επικουρική. Σύνολο 208.61. Με την εφαρμογή του πλαφόν προστασίας 18% θα χάσει 162 ευρώ από την κύρια σύνταξη και 27 από την επικουρική. Σύνολο 182 ευρώ. Επομένως η συνολική απώλεια ξεπερνά κατά πολύ το σύνολο της επικουρικής του. Δηλαδή το μέτρο που θα ισχύσει από το 2019 έχει το ίδιο αποτέλεσμα με την εφαρμογή της ρήτρας μηδενικού ελλείμματος που θα οδηγούσε σταδιακά στον μηδενισμό των επικουρικών συντάξεων.
Το ίδιο συμβαίνει και στο επόμενο παράδειγμα: Συνταξιούχος που εισπράττει 1.400 ευρώ κύρια σύνταξη και 200 ευρώ επικουρική (σύνολο 1.600) θα χάσει 252 ευρώ από την κύρια σύνταξη και έως 36 ευρώ από την επικουρική του. Επομένως η συνολική απώλεια (288 ευρώ) ξεπερνά κατά πολύ το σύνολο της επικουρικής του. Οι υψηλοσυνταξιούχοι εκτιμάται ότι θα χάσουν κατά μέσο όρο 100 έως 250 ευρώ καθαρά το μήνα.
Πιο ηχηρά θα «χτυπήσει η καμπάνα» για τους δημοσίους υπαλλήλους που έχουν συνταξιοδοτηθεί με 35ετία (κυρίως διευθυντές), ένστολους, γιατρούς του ΕΣΥ, πανεπιστημιακούς καθώς και οι παλαιοί συνταξιούχοι του ΤΕΒΕ.
Στα εργασιακά, τα μέτρα που κατάφερε να… αποκρούσει η κυβέρνηση είναι:
-Δεν προβλέπεται θέσπιση του λοκ άουτ.
-Δεν αυξάνεται και παραμένει στο 5% το όριο των ομαδικών απολύσεων το μήνα.
Ωστόσο καταργείται το υπουργικό βέτο που απαιτείται ως τώρα για την έγκριση των ομαδικών απολύσεων, κάτι που θα διευκολύνει τις ομαδικές απολύσεις και η αρμοδιότητα περνά στο ανώτατο συμβούλιο εργασίας. Ο εργοδότης υποχρεούται να κάνει διαπραγμαερτεύσεις με τους εκπροσώπους των εργαζομένων για τουλάχιστον 30 ημέρες. Στη συνέχεια οφείλει να καταθέσει στον ΟΑΕΔ τη λίστα με τους απολυμένους και να υιοθετήσει ένα «κοινωνικό σχέδιο» μέσω του οποίου θα εφαρμοστούν ορισμένα κοινωνικά μέτρα, μεταξύ των οποίων και η εκπαίδευση ή επαναπρόσληψη ορισμένων εκ των απολυθέντων.
Μαζί με τη μείωση της συνταξιοδοτικής δαπάνης «κλείδωσαν» και τα θετικά αντίμετρα, τα οποία θα ισχύσουν το 2019 υπό την προϋπόθεση ότι θα επιτευχθούν οι δημοσιονομικοί στόχοι.
Σύμφωνα με το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, υψηλόβαθμο στέλεχος του υπουργείου Εργασίας ανέφερε ότι σε ό,τι αφορά το κομμάτι των θετικών και αρνητικών μέτρων για την περίοδο για μετά το τέλος του προγράμματος, το 1% θα προέρχεται από τη μείωση της συνταξιοδοτικής δαπάνης, ενώ τα αντίστοιχα θετικά μέτρα, ύψους 1%, για την ίδια χρονιά, προβλέπουν:
– Επιδότηση ενοικίου. Συγκεκριμένα, προβλέπεται μέση επιδότηση περίπου 1.000 ευρώ, το χρόνο, σε 600.000 οικογένειες.
– Ενίσχυση του επιδόματος του πρώτου και δεύτερου παιδιού, συνολικού κόστους 260 εκατ. ευρώ.
-Επέκταση των σχολικών γευμάτων, για να καλυφθεί ο μισός πληθυσμός των παιδιών σε δημοτικά και γυμνάσια σχολεία.
-Επέκταση του προγράμματος των βρεφονηπιακών σταθμών, για να καλύψουν το ένα τρίτο των παιδιών, ηλικίας έως 4 ετών.
– Το μέτρο της μείωσης της συμμετοχής στα φάρμακα θα επεκταθεί σε όλον τον πληθυσμό, όχι μόνο στους συνταξιούχους, με εισοδηματικά κριτήρια.
-Ένα σημαντικό πακέτο της τάξεως των 250 εκατ. ευρώ προορίζεται για τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας και ένα αντίστοιχο πακέτο θα πάει στο πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων για αναπτυξιακά προγράμματα.