Στην παραπομπή μιας υπόθεσης στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία σχετίζεται με το Facebook, πρόκειται να προχωρήσει το Ανώτατο Δικαστήριο της Ιρλανδίας, σύμφωνα με δημοσίευμα του βρετανικού ειδησεογραφικού δικτύου BBC.
Η υπόθεση αφορά στον τρόπο με τον οποίο η ιστοσελίδα κοινωνικής δικτύωσης μεταφέρει δεδομένα των χρηστών από τις χώρες της ΕΕ στις ΗΠΑ.
Η υπόθεση αυτή, η οποία ενδεχομένως θα διαρκέσει μήνες, θα μπορούσε να επηρεάσει χιλιάδες εταιρείες που χρησιμοποιούν παρόμοια συστήματα, ενώ αποτελεί την τελευταία εξέλιξη στη μακροχρόνια νομική διαμάχη μεταξύ του Αυστριακού φοιτητή Μαξ Σκρεμς και του Facebook.
Συγκεκριμένα, το 2012 ο Σκρεμς είχε υποβάλει αίτημα παραπόνων στην ιστοσελίδα κοινωνικής δικτύωσης υποστηρίζοντας ότι ο όγκος των δεδομένων που συλλέγει το Facebook για αυτόν ως χρήστη παραβιάζει την ευρωπαϊκή νομοθεσία. Ένας ειδικός δήλωσε στο BBC ότι είναι «πολλά αυτά που διακυβεύονται» στη συγκεκριμένη υπόθεση.
Η συγκεκριμένη υπόθεση εξαρτάται από τις αποκαλούμενες τυποποιημένες συμβατικές ρήτρες (SCC) και τον τρόπο με τον οποίο το κοινωνικό δίκτυο τις χρησιμοποιεί για τη μεταφορά δεδομένων μεταξύ ΕΕ και ΗΠΑ. Οι εταιρείες τεχνολογίας, πολλές από τις οποίες διαθέτουν κέντρα δεδομένων σε όλο τον κόσμο, έχουν την ανάγκη να μεταφέρουν πληροφορίες μεταξύ τους προκειμένου να διασφαλίζουν την αποτελεσματική λειτουργία των υπηρεσιών.
Οι SCC παρέχουν τις νομικές βάσεις για εκατομμύρια μεταφορές δεδομένων ημερησίως στις ΗΠΑ, την Ιαπωνία, τη Βραζιλία και πολλές άλλες χώρες, όπως αναφέρει σε ανακοίνωσή της η εταιρεία Business Software Alliance, η οποία ενεργεί ως ειδικός στην υπόθεση.
«Οι τυποποιημένες συμβατικές ρήτρες παρέχουν κρίσιμες εγγυήσεις ότι τα δεδομένα των Ευρωπαίων πολιτών προστατεύονται μόλις μεταφερθούν σε εταιρείες που εδρεύουν στις ΗΠΑ ή σε άλλες χώρες του κόσμου και χρησιμοποιούνται από χιλιάδες επιχειρήσεις για τη λειτουργία τους», αναφέρει σε ανακοίνωσή του το Facebook. «Είναι απαραίτητες για τις επιχειρήσεις οποιουδήποτε μεγέθους και η τήρησή τους είναι ζωτικής σημασίας ώστε να διασφαλιστεί ότι η οικονομία θα συνεχίσει να αναπτύσσεται χωρίς διακοπή».