Εδώ και δύο χρόνια, ιδιαιτέρως δε τους τελευταίους δώδεκα μήνες, ξεφυτρώνουν σαν τα μανιτάρια σε όλη την χώρα κυρίως όμως στις μεγαλουπόλεις, μαγαζάκια που στην βιτρίνα τους έχουν την φαινομενικά αθώα επιγραφή…
ΑΓΟΡΑΖΩ ΧΡΥΣΟ.
Όμως τα μανιτάρια αυτά είναι δηλητηριώδη. Όποιος τα δοκιμάσει, πάει, χάθηκε.
Όποιος διαβαίνει το κατώφλι τους επειδή έχει ανάγκη, μεγάλη ανάγκη, πηγαίνει να καταθέσει ή για να ακριβολογήσω, πηγαίνει να πουλήσει για ένα κομμάτι ψωμί, για ένα ξεροκόμματο, τις αναμνήσεις του, τα κειμήλιά του, κάποιο μικρό κομπόδεμα που έφτιαξε τους παλιούς, καλούς καιρούς.
Η εκποίηση αντικειμένων αξίας από ανθρώπους που βρίσκονται σε δυσχερή οικονομική θέση, είναι γνωστή από τους αρχαίους χρόνους. Αυτοί που αγόραζαν κοσμήματα, νομίσματα και άλλα αντικείμενα αξίας, ονομάζονταν κολλυβιστές, αλλά δεν έχαιραν ιδιαίτερης εκτίμησης : “0 μεν γάρ κόλλυβος δόκιμον, το δε κολλυβιστής αδόκιμον”.
Επίσης σε περιόδους κρίσεως και πολέμων εμφανίζονταν οι γνωστοί σε όλους μαυραγορίτες που θησαύριζαν εκμεταλλευόμενοι την ανάγκη και την ένδεια των συνανθρώπων τους.
Aργότερα, και μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1970, οι παλιότεροι θα θυμούνται τους σαράφηδες που είχαν την πιάτσα τους στην οδό Αθηνάς, να στέκονται πίσω από τους πάγκους τους όπου εξέθεταν την πραμάτεια τους. Μία λίρα, ένα δαχτυλίδι, κάποιο παράσημο, μετοχές, γυαλιά οράσεως, χρυσά δόντια και ότι άλλο μπορεί να φανταστεί κανείς.
Πέρασαν τα χρόνια η οικονομία έκανε τον κύκλο της, ήρθαν οι εποχές των παχιών αγελάδων για να επακολουθήσει η κρίση που όλοι βιώνουμε. Έτσι οι σύγχρονοι κολλυβιστές, σαράφηδες, μαυραγορίτες, αργυραμοιβοί κ.λπ., όπως θέλετε πείτε τους η πραγματικότητα δεν αλλάζει, εκσυχρονίστηκαν, βρίσκονται σε μαγαζιά με ιντερνέτ και πολύχρωμες ταμπέλες που διαφημίζουν την δραστηριότητά τους : ΑΓΟΡΑΖΩ ΧΡΥΣΟ.
Όμως υπάρχει ένα σοβαρό θέμα.
Ποιος ελέγχει αυτούς τους σύγχρονους σαράφηδες;
Με τι ποσοστό κέρδους «ξαλαφρώνουν» τους συμπολίτες μας από τις ανάγκες τους αλλά και από τα πολύτιμα υπάρχοντά τους;
Είναι άμεση και επιτακτική ανάγκη να ασχοληθεί η πολιτεία και να θέσει τους κανόνες του «χρυσού» αλλά και επικίνδυνου αυτού παιχνιδιού, έτσι ώστε να μην είναι μονίμως χαμένοι οι δυσπραγούντες συμπολίτες μας.